Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Ευχές


ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Καλά Χριστούγεννα!


Ευχές σε όλες τις φίλες και τους φίλους 
Βιβλιόφιλους!


"Βιβλιόφιλοι Έδεσσας"


Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Εκδήλωση βιβλιοπαρουσίασης


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Σας προσκαλούμε στην παρουσίαση

των βραβευμένων βιβλίων 

της Τριανταφυλλιάς Κωνσταντινίδου 

την Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013 

και ώρα 12 το μεσημέρι 

στην αίθουσα του Παρθεναγωγείου Έδεσσας (Βαρόσι)


Βιβλιόφιλοι Έδεσσας

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

ΔΗΜΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΣΕΣ


ΔΗΜΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΣΕΣ
Γράφει ο Μανώλης Βαλσαμίδης

Ο έκπτωτος βασιλιάς της Σπάρτης Δημάρατος κατέφυγε στην αυλή του Πέρση βασιλιά Δαρείου, όπου του προσφέρθηκαν σπίτι και πλούτη. Στην αυλή του Δαρείου ο Δημάρατος στηρίζει για διάδοχο στον θρόνο του Πέρση βασιλιά τον Ξέρξη, του οποίου γίνεται σύμβουλος και τον οποίο ακολουθεί στην κατά της Ελλάδος εκστρατεία του. Δύσκολη η θέση του Δημάρατου, κάποιοι μιλούν για προδοτική κατά της πατρίδας του συμπεριφορά.

Ο ίδιος ο Δημάρατος, δικαιολογώντας τη συμπεριφορά του, λέει ότι αφού δέχτηκε σπίτι  και πλούτη ένοιωθε υποχρεωμένος από λόγους ευγνωμοσύνης να θέσει τον εαυτό του στη δούλεψη του Πέρση βασιλέα. Βασιλιάς και δυνάστης ο Ξέρξης, ήταν ηγέτης μιας δύναμης που το εύρος, το πλήθος, και ο πλούτος της, καθιστούσαν την ίδια υπερδύναμη και τον Ξέρξη πλανητάρχη.

Ποιος να σηκώσει κεφάλι. Βήχει ο πλανητάρχης και οι πάντες πλευριτώνονται!

Παρά ταύτα, υπάρχει ένας διάλογος μεταξύ Ξέρξη και Δημάρατου άξιος πολλής προσοχής. Διάλογος, για τη φτώχεια, την παντοτινή σύντροφο των Ελλήνων, για την αγάπη στην ελευθερία, την αρετή και την τόλμη των Ελλήνων, για τον νόμο, την τιμή.

Τον διάλογο μας περισώζει ο Ηρόδοτος. Περιέχεται στις παραγράφους 101-105 του Ζ΄ βιβλίου του «Πολύμνια». Εκεί, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, ο Δημάρατος που έχασε την ελευθερία του, λέγει, με την άδεια του πλανητάρχη, ως Σπαρτιάτης, ότι οι Έλληνες θα του αντισταθούν, υπερασπιζόμενοι την ελευθερία τους. Γελάει ο Ξέρξης. Η ιστορία όμως δικαίωσε την ελληνική πλευρά, σε πείσμα του πλούσιου πλανητάρχη και των όχι λίγων εξωνημένων Μηδισμένων.

Παραθέτω δύο κομμάτια από τον διάλογο.
Ξέρξης: Δημάρατε, είσαι Έλληνας και από όχι τυχαία πόλη. Για πες μου τώρα, μετά την επιθεώρηση του στρατού και του στόλου μου, αν οι Έλληνες θα τολμήσουν να σηκώσουν χέρι εναντίον μου, γιατί κι αν συναχτούν όλοι, ακόμη και από τη Δύση θα είναι λίγοι, και θα διαφωνούν μεταξύ τους.

Δημάρατος: Η Ελλάδα είναι μια φτωχή χώρα. Είναι όμως πλούσια σε αρετή «πό τε σοφίης κατεργασμένη κα νόμου σχυρο»· γι αυτό η Ελλάδα αμύνεται και κατά της φτώχειας και της τυραννίας.[…] Δεν θα δεχτούν τα λόγια σου, Ξέρξη, λόγια που αποβλέπουν στην υποδούλωση της Ελλάδος, αλλά θα βγουν και θα σε αντιμετωπίσουν στην μάχη. Μη ρωτάς ποτέ πόσοι είναι, για να τολμήσουν τέτοια πράξη.


Η ιστορία, φίλοι αναγνώστες, διδάσκει και είναι καλό να την συμβουλευόμαστε και να ακολουθούμε τα διδάγματά της.


Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

Βιβλία


Η αποστολή
Αλέξανδρος Νάρης

Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2013
268 σελ.


Μια δημοσιογράφος που ξεκινά μια έρευνα ρουτίνας γύρω από τη σύλληψη ενός λαθρομετανάστη στον Έβρο, ένας ηττημένος πολεμιστής που παλεύει να ξεφύγει από δαίμονες του παρελθόντος του, μια γυναίκα με αστείρευτη ενέργεια, ένας αφελής Έλληνας στρατιωτικός, ένας αντίστοιχος "ψαγμένος" Αμερικανός και από την άλλη μεριά ένας εχθρός απόλυτα αποφασισμένος και αφοσιωμένος στον σκοπό του, συναντούν το πεπρωμένο τους σ' ένα ερειπωμένο σχολείο κωφαλάλων στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, όπου ένας από τους πλέον περίπλοκους πόλεμους της ανθρώπινης ιστορίας έχει πάρει την πιο άγρια μορφή του.

Εγκληματίες, επαναστάτες, ήρωες και προδότες, ταγμένοι σε χαμένους, ιερούς και συγχρόνως άθλιους, βρώμικους αγώνες, συναντιούνται, συγκρούονται, καταστρέφουν και οικοδομούν, λεηλατούν και βοηθούν, σκοτώνουνε και σώζουν, στο όνομα της πίστης, της πατρίδας, της ανθρωπιάς και της ελευθερίας. Ανθρώπινα ερείπια μιας κατεστραμμένης χώρας βρίσκουν καταφύγιο σε μια άλλη, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, βυθισμένη στη σήψη, στη διαπλοκή και στην πλαδαρότητα, απόλυτα ανίκανη να χειριστεί όχι απλώς ζητήματα που αφορούν τη λαθρομετανάστευση, αλλά ζητήματα που αφορούν την ίδια την επιβίωσή της. Είναι μια ιστορία για τη δύναμη της ψυχής ανθρώπων, εθνών και κοινωνιών. Είναι μια ιστορία οργής, μίσους, αγάπης και ελπίδας.

Είναι μια ιστορία πολέμου.

*************************************
Ένα βιβλίο του ταλαντούχου συγγραφέα Αλέξανδρου Νάρη, που το συνιστώ ανεπιφύλακτα, όπως και το προηγούμενο του ίδιου "Οι ανύπαρκτοι", για το οποίο υπάρχει σχετική βιβλιοκριτική εδώ:  http://vivliofiloi.blogspot.gr/2009/11/blog-post.html

Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης


Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Ποίηση




Οι τρεις πρόσφατες ποιητικές συλλογές του Εδεσσαίου ποιητή Κωνσταντίνου Χασαπίδη.



Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Εκδήλωση Μνήμης Χρίστου Τσολάκη

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Το Δ.Σ. του Συλλόγου

«Βιβλιόφιλοι Έδεσσας»

σας προσκαλεί

την Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013 και ώρα 17.30΄

στην Αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου

Δήμου Έδεσσας (περιοχή: Βαρόσι)

στην εκδήλωση Μνήμης Χρίστου Τσολάκη

Ομιλητές :

Τζανής Γιάννης, Πρόεδρος Συλλόγου Αποφ. Φιλοσ. Σχολής ΑΠΘ «Φιλόλογος» και

Ιγνατιάδης Γιάννης, Γραμματέας Συλλόγου Α. Φ. Σ. ΑΠΘ «Φιλόλογος»


Η εκδήλωση θα πλαισιωθεί από την Χορωδία 
«Μελωδοί της Έδεσσας»



Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

"Βιβλιόφιλοι Έδεσσας": Προκήρυξη Δ΄ Λογοτεχνικού Διαγωνισμού


Δ΄ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ
1η ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ

Έδεσσα, 1 Νοεμβρίου 2013

Ο σύλλογος «ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΟΙ ΕΔΕΣΣΑΣ» προκηρύσσει λογοτεχνικό διαγωνισμό διηγήματος.

Δικαίωμα συμμετοχής έχουν Έλληνες ή αλλοδαποί, με ένα (1) μόνον διήγημα, στην ελληνική γλώσσα, το οποίο μπορεί να αναφέρεται σε οποιοδήποτε θέμα, να είναι αδημοσίευτο και όχι μεγαλύτερο από έξη (6) τυπωμένες σελίδες Α4 σε Η/Υ.

Ο Σύλλογος έχει το δικαίωμα να δημοσιεύσει σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή οποιοδήποτε διήγημα του διαγωνισμού, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης.

Η επιτροπή αξιολόγησης των κειμένων του εν λόγω διαγωνισμού, εκτός από τα βραβεία, τους επαίνους και τις τιμητικές διακρίσεις, θα προτείνει και διηγήματα των υπολοίπων διαγωνιζόμενων, τα οποία θα αποτελέσουν περιεχόμενο μιας ειδικής έντυπης έκδοσης. Όσες/οι επιλεγούν να συμμετάσχουν σε αυτή την μελλοντική έκδοση, οφείλουν να στείλουν τα κείμενά τους και ένα σύντομο βιογραφικό σε ηλεκτρονική μορφή (σε cd ή mail) γραμμένα σε Microsoft Word (γραμματοσειρά Arial ή Times New Roman και μέγεθος 12), καθώς και μια φωτογραφία τύπου ταυτότητας επίσης ηλεκτρονικά (σε αρχείο jpg).

Το προτεινόμενο διήγημα πρέπει να έχει τίτλο, καθώς και ψευδώνυμο του συγγραφέα και να σταλεί ταχυδρομικά σε τρία (3) αντίτυπα. Τα πραγματικά στοιχεία του/της συγγραφέα (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνα, e-mail) πρέπει να περιέχονται σε μικρότερο σφραγιστό φάκελο, χωρίς άλλα διακριτικά στο εξωτερικό του φακέλου. Η επιλογή του θέματος ανήκει στον/στην συγγραφέα.

Η μη τήρηση των παραπάνω όρων συνεπάγεται αποκλεισμό των διαγωνιζομένων.

Ως καταληκτική ημερομηνία αποστολής των κειμένων ορίζεται η 31η Οκτωβρίου 2014.

Διεύθυνση αποστολής: Ευαγγελίδης Δημήτρης,
Φιλελλήνων 9 – ΕΔΕΣΣΑ 58200
Πρόσθετες πληροφορίες στα τηλέφωνα: 6970 995041 και 6977 227997

Για το ΔΣ του Συλλόγου

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Δέσποινα Σεμερτσίδου


Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Εισήγηση Δ. Ε. Ευαγγελίδη στο Αμύνταιο


Εισήγηση Δ. Ε. Ευαγγελίδη στην βιβλιοπαρουσίαση στο Αμύνταιο

Για τις λογοτεχνικές αρετές και τα φιλολογικά προτερήματα του μυθιστορήματος της Μάχης Σαββοπούλου «Μπορούσαν να ονειρευτούν ξανά» είμαι βέβαιος ότι θα γράψουν και θα αναφερθούν άλλοι, περισσότερο έμπειροι και πλέον ειδικοί στην βιβλιοκριτική από εμένα. Η δική μου άποψη για το βιβλίο αυτό θα επικεντρωθεί σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα - κατά την γνώμη μου - στοιχεία του, δηλ. την προσπάθεια διάσωσης ψηγμάτων της προφορικής παράδοσης των γηγενών Ελλήνων της κεντρικοδυτικής Μακεδονίας, οι οποίοι χρησιμοποιούν το τοπικό ιδίωμα, γνωστό ως «εντόπια» ή «εντόπικα». Η προσπάθεια αυτή της συγγραφέως επιχειρείται μέσω της αφήγησης των περιπετειών και των παθών μιας οικογένειας γηγενών της περιοχής, η οποία διανθίζεται με εκφράσεις και διαλόγους στο ιδίωμα αυτό.
Τι είναι όμως αυτό το ιδίωμα (όχι γλώσσα, όχι διάλεκτος) από γλωσσολογική σκοπιά;
"...Η εμφάνιση αυτού του ιδιώματος (που δεν χρειάστηκε ποτέ γραφή) ανιχνεύεται κάπου στον 18ο αιώνα (οι πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξή του χρονολογούνται γύρω στο 1790 – βλ. J.P. Mallory–D.Q. Adams: The Oxford Introduction to Proto-Indo-European and the Proto-Indo-European World – Oxford 2006, σελ. 26) και η δημιουργία του είχε καθαρά χρηστικούς και πρακτικούς λόγους, αλλά και ιστορικές συγκυρίες. Τα χρόνια εκείνα η Μακεδονία ήταν ένα πολύχρωμο φυλετικό, γλωσσικό και θρησκευτικό μωσαϊκό: Έλληνες, Τούρκοι κατακτητές, Τουρκομάνοι νομάδες (Γιουρούκοι), Αθίγγανοι, Βούλγαροι, Σέρβοι, Βόσνιοι, Αλβανοί, Αρμένιοι, Εβραίοι (Ισπανοεβραίοι Σεφαρδίμ) κ.λπ. που μιλούσαν τουρκικά, ρομανί (μια ινδική διάλεκτο), ελληνικά, βλάχικα, βουλγαρικά, σερβοκροατικά, αλβανικά, αρμενικά, εβραϊκά (Λαντίνο και Γίντις) και ήσαν μουσουλμάνοι, χριστιανοί (Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες), ιουδαίοι. Έπρεπε επομένως να υπάρξει ένας τρόπος συνεννόησης μεταξύ τους για τις ανάγκες της καθημερινής συμβίωσης, ένα είδος Λίγκουα Φράγκα. Βαθμιαία λοιπόν εμφανίσθηκε αυτό το ιδίωμα, που φαίνεται ότι εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε ή σωστότερα, προέκυψε, που χρησιμεύει ακόμα και σήμερα!...».
Ο ελληνισμός, στην ιστορική του πορεία των 4000 χρόνων, δημιούργησε τεράστιες πολυεθνικές αυτοκρατορίες (πολυεθνικές, αλλά ποτέ πολυ-πολιτισμικές, όπως έχει διευκρινίσει η σπουδαία Ελληνίδα Βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ), αχανή Βασίλεια, είχε εμπορικές σχέσεις με δεκάδες λαούς και χώρες, αλλά συχνότατα υπέστη και επιδρομές βαρβάρων λαών, κατακτήθηκε πλήρως ή εν μέρει από ξένους στρατούς, ενώ εκτοπίσθηκαν τμήματά του από προαιώνια ελληνικά εδάφη. Αποτέλεσμα όλων αυτών των ιστορικών εξελίξεων ήταν κάποιοι ελληνικοί πληθυσμοί να αλλοφωνήσουν, όπως ορισμένοι μικρασιάτες (τουρκόφωνοι Έλληνες), να λατινοφωνήσουν (βλαχόφωνοι Έλληνες), να σλαβοφωνήσουν (σλαβόφωνοι Έλληνες), να αλβανοφωνήσουν (αρβανιτόφωνοι Έλληνες) ή να ιταλοφωνήσουν (οι Γρεκάνοι της Magna Grecia). Επομένως, το ότι κάποια τμήματα του πληθυσμού της Μακεδονίας είχαν παλαιότερα ως μοναδικό γλωσσικό τους όργανο ένα σλαβογενές ιδίωμα, δεν αποτελεί ικανό και επαρκές κριτήριο για την επιχειρηθείσα στο παρελθόν και επιχειρούμενη και σήμερα, τοποθέτησή τους εκτός του ελληνικού έθνους. 
Τα τεράστια προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την χρήση αυτού του ιδιώματος, στις βορειότερες κυρίως περιοχές της Μακεδονίας, υπήρξαν απόρροια του γεγονότος ότι χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα και ισχυρισμός για την ταύτιση των ομιλητών του με υπαρκτές ή ανύπαρκτες εθνοτικές ομάδες, χωρίς ποτέ βεβαίως να ερωτηθούν οι ίδιοι οι χρήστες του!
          Για να γίνω πιο σαφής, αναφέρομαι στις βουλγαρικές και σερβικές διεκδικήσεις στην Μακεδονία με το πρόσχημα της «απελευθέρωσης» των ομοεθνών τους, δηλ. των ομιλούντων αυτό το ιδίωμα, οι οποίοι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ηγεσιών των χωρών αυτών, ήσαν αντίστοιχα Βούλγαροι ή Σέρβοι. Με άλλα λόγια το ιδίωμα χρησιμοποιήθηκε ως όχημα επεκτατισμού, κυρίως της Βουλγαρίας και δευτερευόντως της Σερβίας, για τις διεκδικήσεις τους στην Μακεδονία, με την καλλιέργεια «αλυτρωτικών» μύθων ενός ανυπόστατου ιστορικού ψευδο-αναθεωρητισμού.
Η απάντηση των ιδίων των γηγενών Μακεδόνων ομιλητών του ιδιώματος υπήρξε αποστομωτική και διέλυσε αυτούς τους προπαγανδιστικούς μύθους με την ηρωϊκή στάση τους στην διάρκεια του μακεδονικού αγώνα, ο οποίος ασφαλώς δεν διεξήχθη το 1904-1908 (τότε υπήρξε το αποκορύφωμά του), αλλά είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα: Η συντριπτική πλειονότητα των ντόπιων αντιστάθηκε με κάθε μέσο, από τον ένοπλο αγώνα μέχρι την παθητική αντίσταση, στις βουλγαρικές επιδιώξεις, κάτι που το πλήρωσαν με ποταμούς αίματος και ασύλληπτη ανθρώπινη δυστυχία. Η δικαίωση ήρθε με τους Βαλκανικούς πολέμους και η Μακεδονία ενώθηκε και πάλι μετά από αιώνες τουρκικής σκλαβιάς με την Μητέρα-πατρίδα.
Δυστυχώς, τα βάσανα των ντόπιων δεν τελείωσαν τότε. Δύο σημαντικοί παράγοντες υπήρξαν οι βασικές αιτίες αυτού του γεγονότος: Η παροιμιώδης ανικανότητα των Ελλήνων πολιτικών (με σπανιότατες εξαιρέσεις) να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την απρόσκοπτη ένταξη στο ελλαδικό κράτος (ο ιστορικά πρόσφατος επιπόλαιος χειρισμός του πομακικού προβλήματος, που «χάρισε» τους μη τουρκογενείς Πομάκους στην Άγκυρα, επιβεβαιώνει αυτόν τον κανόνα) και η εγκληματική (εθνικά, πολιτικά και κοινωνικά) στάση του ΚΚΕ να υιοθετήσει από το 1924 έως το 1935 την γραμμή της Κομμουνιστικής Διεθνούς για μια «ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία» και το εφεύρημα της «σλαβομακεδονικής» εθνότητας, απόηχος της οποίας είναι η σημερινή σκοπιανή εμπλοκή.
Ως δίγλωσσος λοιπόν, γηγενής Μακεδόνας Έλλην θεωρώ ότι το ζήτημα έχει απαντηθεί θεωρητικά και πρακτικά και δεν υπάρχει ανάγκη περαιτέρω συζητήσεων και διευκρινίσεων.
Και για να μη υπάρχει οποιαδήποτε παρανόηση επαναλαμβάνω: 
Είμαι ντόπιος Μακεδόνας Έλληνας, με αυτήν ακριβώς την σειρά. Το πρώτο αποτελεί την τοπική πολιτιστική μου ταυτότητα, το δεύτερο την γεωγραφική μου ταυτότητα και το τρίτο την εθνοτική μου ταυτότητα. Και αν θέλετε να συνεχίσω, είμαι Ευρωπαίος και όχι Αφρικανός, Αμερικανός ή Ασιάτης. Ορισμένοι αδυνατούν αυτά να τα ξεκαθαρίσουν με αποτέλεσμα να διακατέχονται από πλήρη σύγχυση και αποπροσανατολισμό.
Με την ευκαιρία ας θυμηθούμε αυτό που τόνιζαν στην επιστολή διαμαρτυρίας που έστειλαν το 1903 κάτοικοι της πόλης του Μοναστηρίου (Βιτώλια) προς τις Μεγάλες Δυνάμεις:
«...λαλούμεν ελληνιστί, βλαχιστί, αλβανιστί, βουλγαριστί, αλλά ουδέν ήττον εσμέν άπαντες Έλληνες και ουδενί επιτρέπομεν να αμφισβητεί προς ημάς τούτο...».
Και για να τελειώνουμε. Όπως συχνά επαναλαμβάνω:
"…Στον ελληνισμό, μετέχει κάποιος εθελουσίως. Είναι τιμή και ευθύνη η ελληνική ταυτότητα. Η ελληνικότητα δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται και αποδεικνύεται με αγώνες, θυσίες και ήθος. Πρόκειται για θεϊκό χάρισμα και όχι για καταναγκασμό. 
Ο ελληνισμός κανέναν δεν παρακαλάει. Όποιος δεν θέλει να είναι Έλληνας, κακό του κεφαλιού του. Ας αρκεσθεί στη μίζερη και ελεεινή σκοπιανή ιδιότητα ή ας παραμείνει στην πνευματική αναξιοπρέπεια του κακώς εννοούμενου τοπικισμού και της γκρίνιας για τα κονδύλια. Αυτά δεν τα λέω για να δικαιολογήσω την κρατική απραξία, ούτε για να εθελοτυφλούμε μπροστά στον κίνδυνο από τη διείσδυση των πρακτόρων. Χρειάζεται συνεχής άμυνα και αντίσταση. Αλλά συγχρόνως δεν πρέπει να αποδίδουμε στους αργυρώνητους νεοκομιτατζήδες καμιά ιδιότητα φοβερού και τρομερού μαζικού κινήματος αφελληνισμού. Εάν σώσουμε το όνομα της Μακεδονίας, οι πρακτορίσκοι πιθανότατα θα εξαφανισθούν μία για πάντα. Θα τους καταπιεί η ίδια η Ιστορία…".
Τα τελευταία χρόνια συντελείται στην περιοχή μας (και όχι μόνον), με την ανοχή των ελληνικών αρχών και με την σύμπραξη πολιτικάντηδων πάσης κατηγορίας και επιπέδου, ένα ειδεχθές έγκλημα, που είναι γνωστό σε όσους διαθέτουν στοιχειώδη γνώση και αντίληψη των πραγμάτων ως πολιτιστική γενοκτονία.
Υπενθυμίζω ότι ο όρος αναφέρεται κυρίως στην καταστροφή ή σκόπιμη αλλοίωση των άυλων/συμβολικών/πνευματικών στοιχείων της πολιτιστικής παράδοσης ενός πληθυσμού (γλώσσα, ήθη και έθιμα, μουσική κ.λπ.), ενώ για την καταστροφή των υλικών στοιχείων (κτήρια αρχιτεκτονικής αξίας, αγάλματα, ναοί, θρησκευτικά λατρευτικά αντικείμενα, πάσης φύσεως έργα τέχνης, βιβλία κ.λπ.) έχει επικρατήσει η χρήση του όρου Βανδαλισμός.
Όπως προαναφέρθηκε, τα ίδια φαινόμενα πολιτιστικής γενοκτονίας παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια εις βάρος των ντόπιων Μακεδόνων Ελλήνων εκ μέρους του Σκοπιανού κράτους και των εδώ ενεργουμένων τους, μεθοδικά, συγκαλυμμένα, παρασκηνιακά και ως συνήθως ύπουλα, με την πρόχειρη και αληθοφανή (για όσους δεν μπορούν να αντιληφθούν το τί συμβαίνει) δικαιολογία της διατήρησης (!) της παράδοσης.
Τα κρούσματα εντοπίζονται:
α. Στην βαθμιαία αλλοίωση του γλωσσικού μας ιδιώματος, με την εισαγωγή λέξεων, εκφράσεων κ.λπ. της κατασκευασμένης σκοπιανής γλώσσας. Ξεκαθαρίζω ότι τα ντόπια ΔΕΝ είναι Βουλγάρικα, Σέρβικα και πολύ περισσότερο Σκοπιανά.
β. Στην συστηματική εξαφάνιση της παραδοσιακής μας μουσικής και τραγουδιών και την αντικατάστασή τους από σκοπιανά προπαγανδιστικά κατασκευάσματα που «πλασάρονται» σε πανηγύρια των χωριών όπου μετακαλούνται σκοπιανά συγκροτήματα και τραγουδιστές/τραγουδίστριες
γ. Στους τοπικούς χορούς της αυθεντικής μας παράδοσης που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν λόγω της εμφάνισης χορών που διδάσκονται σε τοπικούς πολιτιστικούς Συλλόγους από εισαγόμενους σκοπιανούς χοροδιδάσκαλους ή ακόμα χειρότερα από δικούς μας που «μετεκπαιδεύτηκαν» δωρεάν σε πόλεις των Σκοπίων και μετέφεραν «μοντέρνους» παραδοσιακούς (!) χορούς, σε ένα αποκορύφωμα παραλογισμού.
δ. Στην εισαγωγή «παραδοσιακών» τοπικών ενδυμασιών με την εύκολη δικαιολογία της φθηνότερης τιμής και οι οποίες αντικαθιστούν τις αυθεντικές τοπικές φορεσιές που συχνά ουδεμία σχέση έχουν με τις γνήσιες. Κλασσικό παράδειγμα η τοπική αστική ενδυμασία της Έδεσσας, που χαρακτηρίζεται από σκούρα χρώματα και αποχρώσεις και η οποία αντικαθίσταται σταδιακά από εισαγόμενες φορεσιές με παρδαλά χρώματα, κόκκινο-άσπρο, έντονο ανοιχτό πράσινο, καναρινί (!) κ.λπ.
ε. Στην εισαγωγή ξενόφερτων «εθίμων», που εμφανίστηκαν στην Έδεσσα πρόσφατα από το πουθενά και τα οποία ήσαν παντελώς άγνωστα στην πόλη μας, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τις διαβόητες «Μέτσκες» (=αρκούδες, ένα θέμα στο οποίο θα επανέλθουμε), που κάποιοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι προωθούν συστηματικά, έχοντας δυστυχώς παρασύρει και αρκετούς καλοπροαίρετους, οι οποίοι πιστεύουν ότι έτσι διατηρούν τις τοπικές παραδόσεις!
Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν λόγω μια γενικευμένης άγνοιας, ιδίως των νεωτέρων, οι οποίοι αδυνατούν (για πολλούς και διαφόρους λόγους, η ανάλυση των οποίων εκφεύγει των πλαισίων ενός άρθρου) να αντιληφθούν τι είναι αυθεντικά παραδοσιακό και τι νοηματοδοτεί σε τελική ανάλυση ο όρος «παράδοση» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και των πάσης φύσεως και προέλευσης θεραπαινίδων της, του άκρατου καταναλωτισμού, του ασύδοτου χρηματιστηριακού κεφαλαίου των διεθνών τοκογλύφων, των μνημονίων, της σκόπιμης εθνοαποδόμησης, των μεταμοντέρνων «Ιστορικών» τύπου Λιάκου, Ρεπούση, Κουλούρη και Σία και του αμερικανοπροωθούμενου Νεο-Οθωμανισμού.
Θα ήθελα λοιπόν να συγχαρώ την συγγραφέα για το λογοτεχνικό της εγχείρημα, που καταγράφει μεταξύ άλλων και γλωσσικά πολιτιστικά στοιχεία των ντόπιων Μακεδόνων Ελλήνων, ένα χαρακτηριστικό που το κάνει πολύτιμο και τα οποία είναι βέβαιο ότι θα φανούν κάποτε χρήσιμα στους ειδικούς επιστήμονες-μελετητές.


Δ. Ε. Ευαγγελίδης

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Βιβλιοπαρουσίαση στο Αμύνταιο


Βιβλιοπαρουσίαση στο Αμύνταιο

Στις 27 του Οκτώβρη 2013, ημέρα Κυριακή και ώρα 12.00 μ.μ. πραγματοποιείται η πρώτη επίσημη παρουσίαση του βιβλίου της συγγραφέως Ανδρομάχης Σαββοπούλου με τίτλο «Μπορούσαν να ονειρευτούν ξανά» στο Πνευματικό Κέντρο Αμυνταίου.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με ιστορικά στοιχεία και έντονο πολιτιστικό ενδιαφέρον, καθώς μέσα από τις αλληλεπιδράσεις των χαρακτήρων αναδεικνύονται οι ιδιαιτερότητες της περιοχής μας. Χαρακτηριστική είναι η μνεία της συγγραφέως στις επιρροές που δέχθηκαν οι τοπικοί γηγενείς πληθυσμοί κατά τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και της βουλγαρικής κυριαρχίας, καθώς και στις αναφορές γεγονότων από τη γερμανική κατοχή και τη μεταπολεμική περίοδο, που έπληξαν τη σύγχρονη Ελλάδα. 

Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο κ. Δημήτριος Ευαγγελίδης, Εθνολόγος – Ιστορικός, ο κ. Λάζαρος Μέλλιος, Ιστορικός – Λαογράφος και ο κ. Ηλίας Χασιώτης, Ερευνητής Ιστορίας της Δυτικής Μακεδονίας. Την εκδήλωση θα χαιρετήσει και θα συντονίσει η δικηγόρος Ζαφειρίδου Ευδοξία.



Από το βιβλίο της Αλεξάνδρας Σαββοπούλου

Αντί Προλόγου

Για τις λογοτεχνικές αρετές και τα φιλολογικά προτερήματα του μυθιστορήματος της Μάχης Σαββοπούλου «Μπορούσαν να ονειρευτούν ξανά» είμαι βέβαιος ότι θα γράψουν και θα αναφερθούν άλλοι, περισσότερο έμπειροι και πλέον ειδικοί στην βιβλιοκριτική από εμένα. Η δική μου άποψη για το βιβλίο αυτό θα επικεντρωθεί σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα - κατά την γνώμη μου - στοιχεία του, την προσπάθεια της διάσωσης ψηγμάτων της προφορικής παράδοσης των γηγενών Ελλήνων της κεντρικοδυτικής Μακεδονίας, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το τοπικό ιδίωμα, γνωστό ως «εντόπια» ή «εντόπικα». Η προσπάθεια αυτή της συγγραφέως επιχειρείται μέσω της αφήγησης των περιπετειών και των παθών μιας οικογένειας γηγενών της περιοχής, η οποία διανθίζεται με εκφράσεις και διαλόγους στο ιδίωμα αυτό. Θεωρώ λοιπόν χρήσιμο, για τους αναγνώστες που δεν γνωρίζουν περί τίνος ακριβώς πρόκειται και για να αποφευχθούν τυχόν εσφαλμένες εντυπώσεις, να αναφερθώ με συντομία στο γλωσσικό αυτό όργανο επικοινωνίας, το οποίο προέκυψε και διαδόθηκε στην διάρκεια των τελευταίων δύο περίπου αιώνων της οθωμανικής κατοχής της Μακεδονίας.
        Τα τεράστια προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την χρήση αυτού του ιδιώματος στις βορειότερες κυρίως περιοχές της Μακεδονίας υπήρξαν απόρροια του γεγονότος ότι χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα και ισχυρισμός για την ταύτιση των ομιλητών του με υπαρκτές ή ανύπαρκτες εθνοτικές ομάδες, χωρίς ποτέ βεβαίως να ερωτηθούν οι ίδιοι οι χρήστες του!
        Για να γίνω πιο σαφής, αναφέρομαι στις βουλγαρικές και σερβικές διεκδικήσεις στην Μακεδονία με το πρόσχημα της «απελευθέρωσης» των ομοεθνών τους, δηλ. των ομιλούντων αυτό το ιδίωμα, οι οποίοι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ηγεσιών των χωρών αυτών, ήσαν αντίστοιχα Βούλγαροι ή Σέρβοι. Με άλλα λόγια το ιδίωμα χρησιμοποιήθηκε ως όχημα επεκτατισμού, κυρίως της Βουλγαρίας και δευτερευόντως της Σερβίας, για τις διεκδικήσεις τους στην Μακεδονία, με την καλλιέργεια «αλυτρωτικών» μύθων ενός ανυπόστατου ιστορικού ψευδο-αναθεωρητισμού.
Η απάντηση των ιδίων των γηγενών Μακεδόνων ομιλητών του ιδιώματος υπήρξε αποστομωτική και διέλυσε αυτούς τους προπαγανδιστικούς μύθους με την ηρωϊκή στάση τους στην διάρκεια του μακεδονικού αγώνα, ο οποίος ασφαλώς δεν διεξήχθη το 1904-1908 (τότε υπήρξε το αποκορύφωμά του), αλλά είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα: Η συντριπτική πλειονότητα των εντόπιων αντιστάθηκε με κάθε μέσο, από τον ένοπλο αγώνα μέχρι την παθητική αντίσταση, στις βουλγαρικές επιδιώξεις, κάτι που το πλήρωσαν με ποταμούς αίματος και ασύλληπτη ανθρώπινη δυστυχία. Η δικαίωση ήρθε με τους Βαλκανικούς πολέμους και η Μακεδονία ενώθηκε και πάλι μετά από αιώνες τουρκικής σκλαβιάς με την Μητέρα-πατρίδα.
Δυστυχώς, τα βάσανα των εντόπιων δεν τελείωσαν τότε. Δύο σημαντικοί παράγοντες υπήρξαν οι βασικές αιτίες αυτού του γεγονότος: Η παροιμιώδης ανικανότητα των Ελλήνων πολιτικών (με σπανιότατες εξαιρέσεις) να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την απρόσκοπτη ένταξη στο ελλαδικό κράτος (ο ιστορικά πρόσφατος επιπόλαιος χειρισμός του πομακικού προβλήματος, που «χάρισε» τους μη τουρκογενείς Πομάκους στην Άγκυρα, επιβεβαιώνει αυτόν τον κανόνα) και η εγκληματική (εθνικά, πολιτικά και κοινωνικά) στάση του ΚΚΕ να υιοθετήσει από το 1924 έως το 1935 την γραμμή της Κομμουνιστικής Διεθνούς για μια «ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία» και το εφεύρημα της «σλαβομακεδονικής» εθνότητας, απόηχος της οποίας είναι η σημερινή σκοπιανή εμπλοκή.
Τι ακριβώς όμως είναι αυτό το ιδίωμα για το οποίο έχουν γραφτεί και ειπωθεί πλείστα όσα από πανεπιστημιακούς, ακαδημαϊκούς, πολιτικούς και δημοσιογράφους κάθε κατηγορίας, χωρίς να γνωρίζουν συνήθως ούτε μια λέξη του; Ως ντόπιος Μακεδόνας Έλληνας (με αυτήν ακριβώς την σειρά, που αντιστοιχούν στην πολιτιστική, γεωγραφική και εθνοτική μου ταυτότητα) γνωρίζω και ομιλώ το ιδίωμα και ισχυρίζομαι ότι οι απόψεις μου για το θέμα έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από κάποιον που το αγνοεί.
Τα τελευταία χρόνια έχω δημοσιεύσει αρκετά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά με τις θέσεις μου, οι οποίες συμπυκνώθηκαν στην μονογραφία με τίτλο "ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΩΝ ΓΗΓΕΝΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ (Τα εντόπικα/εντόπια ή μακεδονικό πίτζιν)" που περιέχεται στο πρόσφατο βιβλίο μου "Μακεδονικά" (Έδεσσα, 2011).
Μεταφέρω εδώ κάποια αποσπάσματα που επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις στο πώς προέκυψε αυτό το ιδίωμα και τι ακριβώς είναι από γλωσσολογική σκοπιά. Ξεκινάω με μια γενική τοποθέτηση:
«...Εκείνο πλέον, που και επιστημονικώς είναι αδιαμφισβήτητο, είναι η διαπίστωση ότι η ομιλούμενη γλώσσα δεν αποτελεί πάντοτε απόλυτο εθνολογικό κριτήριο ταξινόμησης μιας συγκεκριμένης εθνοτικής ομάδας. Περιορίζομαι να αναφέρω τα κλασσικά παραδείγματα, τόσο των γερμανόφωνων Αλσατών, στα σύνορα Γαλλίας–Γερμανίας, οι οποίοι αισθάνονται φανατικοί Γάλλοι, αλλά και των Καθολικών μεν στο θρήσκευμα Κροατών, οι οποίοι δεν επιθυμούν να έχουν καμία σχέση με τους ομόγλωσσούς τους, Ορθοδόξους όμως Σέρβους, παρά την κοινή τους γλώσσα (τα Σερβοκροατικά) ή ακόμα πιο χαρακτηριστικά, το παράδειγμα των Μαυροβουνίων σε σχέση και πάλι με τους Σέρβους, με τους οποίους δεν έχουν ούτε καν θρησκευτική διαφορά και παρ’ όλα αυτά αισθάνονται μέλη ενός διαφορετικού έθνους. Επομένως, το ότι κάποια τμήματα του πληθυσμού της Μακεδονίας είχαν παλαιότερα ως μοναδικό γλωσσικό τους όργανο το σλαβογενές ιδίωμα, στο οποίο θα αναφερθούμε λεπτομερειακά παρακάτω, δεν αποτελεί ικανό και επαρκές κριτήριο για την επιχειρηθείσα στο παρελθόν και επιχειρούμενη και σήμερα, τοποθέτησή τους εκτός του ελληνικού έθνους...».

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παρατηρήσω ότι τα παραπάνω ισχύουν απόλυτα και για τους τουρκόφωνους, βλαχόφωνους, αρβανιτόφωνους και ιταλόφωνους (τους Γραικάνους της νότιας Ιταλίας) Έλληνες. Ως προς την εμφάνιση αυτού του ιδιώματος:

"...Η εμφάνιση αυτού του ιδιώματος (που δεν χρειάστηκε ποτέ γραφή) ανιχνεύεται κάπου στον 18ο αιώνα[7] (οι πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξή του χρονολογούνται γύρω στο 1790[8] – βλ. J.P. Mallory–D.Q. Adams: The Oxford Introduction to Proto-Indo-European and the Proto-Indo-European World – Oxford 2006, σελ. 26) και η δημιουργία του είχε καθαρά χρηστικούς και πρακτικούς λόγους. Τα χρόνια εκείνα η Μακεδονία ήταν ένα πολύχρωμο φυλετικό, γλωσσικό και θρησκευτικό μωσαϊκό: Έλληνες, Τούρκοι κατακτητές, Τουρκομάνοι νομάδες (Γιουρούκοι), Αθίγγανοι, Βούλγαροι, Σέρβοι, Βόσνιοι, Αλβανοί, Αρμένιοι, Εβραίοι (Ισπανοεβραίοι Σεφαρδίμ) κ.λπ. που μιλούσαν τουρκικά, ρομανί (μια ινδική διάλεκτο), ελληνικά, βλάχικα, βουλγαρικά, σερβοκροατικά, αλβανικά, αρμενικά, εβραϊκά (Λαντίνο και Γίντις) και ήσαν μουσουλμάνοι, χριστιανοί (Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες), ιουδαίοι. Έπρεπε επομένως να υπάρξει ένας τρόπος συνεννόησης μεταξύ τους για τις ανάγκες της καθημερινής συμβίωσης, ένα είδος Λίγκουα Φράγκα. Βαθμιαία λοιπόν εμφανίσθηκε αυτό το ιδίωμα, μια γλώσσα πίτζιν, που φαίνεται ότι εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε ή σωστότερα, προέκυψε, που χρησιμεύει ακόμα και σήμερα! (Βλ. σχετικά πρόσφατη – Άνοιξη 2011 - επίσκεψη σε χωριά της Αλμωπίας απογόνων μουσουλμάνων κατοίκων που μεταφέρθηκαν στην Μ. Ασία με την ανταλλαγή των πληθυσμών)".

Σημειώσεις
 (7) Η δημιουργία του ιδιώματος την συγκεκριμένη αυτή περίοδο δεν είναι συμπτωματική και ερμηνεύεται εύκολα αν αναλογισθούμε τις ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες της εποχής. Η Οθωμανική αυτοκρατορία, μετά την ήττα της κατά την Β΄ πολιορκία της Βιέννης (1683) και τις επακολουθείσασες Συνθήκες του Κάρλοβιτς (Carlowitz, σημερινό Sremski Karlovci κοντά στο Βελιγράδι) το 1699 και Πασσάροβιτς (Γερμαν. Passarowitz, σημερινό Požarevac της Σερβίας) το 1718, θα εισέλθει αμετάκλητα σε τροχιά παρακμής και εσωτερικής κατάρρευσης, με αποτέλεσμα η στυγνή καταπίεση και η τρομοκράτηση των χριστιανικών πληθυσμών να χαλαρώσουν. Η χαριστική βολή στο κύρος της δόθηκε με την Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) με την οποία η Ρωσσική Αυτοκρατορία απέκτησε το δικαίωμα να προστατεύει τους Χριστιανικούς πληθυσμούς σε όλη την έκταση της Οθωμανικής επικράτειας. Προϊόν αυτής της νέας κατάστασης ήταν η έναρξη επικοινωνίας μεταξύ των πληθυσμών, το εμπόριο, επαφές και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των κατοίκων διαφορετικών περιοχών κ.λπ. Τότε ακριβώς, στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας, υπήρξε έντονη η ανάγκη ενός κοινά κατανοητού γλωσσικού οργάνου που θα διευκόλυνε όλα τα παραπάνω. Το σλαβογενές pidgin εξυπηρέτησε θαυμάσια αυτό τον σκοπό.
(8) Το περίφημο «Τετράγλωσσον Λεξικόν» του Δανιήλ Μοσχοπολίτη στην «Ρωμαϊκή» (=δημοτική Ελληνική), Βλαχική, Βουλγαρική, και Αλβανική όπου η «Βουλγαρική» αντιπροσωπεύεται από το σλαβικό ιδίωμα της Αχρίδος, κατ’ άλλους μεν μία δυτικοβουλγαρική διάλεκτο, κατ’ άλλους δε (Σκοπιανούς) μια πρώτη μορφή της «σλαβομακεδονικής». Αυτό ακριβώς το ιδίωμα ήταν που χρησιμοποιήθηκε ως γλωσσικό υπόστρωμα για την διαμόρφωση του μακεδονικού pidgin. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο πλήρης τίτλος του Λεξικού ήταν: “Εισαγωγική Διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον των τεσσάρων κοινών διαλέκτων, ήτοι της απλής Ρωμαϊκής, της εν Μοισία Βλαχικής, της Βουλγαρικής και της Αλβανιτικής (sic)”, όπου διαπιστώνουμε ότι το σλαβικό ιδίωμα της περιοχής αντιμετωπίζεται ως διάλεκτος της Βουλγαρικής και όχι βέβαια κάποιας άγνωστης «Μακεδονικής». Το έργο γράφτηκε και ίσως εκδόθηκε αρχικά στην φημισμένη Μοσχόπολη, στην σημερινή Αλβανία, πιθανόν το 1764 ή λίγο αργότερα, ως «Εισαγωγική Διδασκαλία» — της νεοελληνικής — και ακολούθησε η επανέκδοσή του με τριπλάσια ύλη στην Βιέννη ή σύμφωνα με άλλες πηγές στην Βενετία, στην οποία προστέθηκε το εν λόγω Λεξικό και το συνολικό έργο επανεκδόθηκε το 1802, πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη. Βλ. σχετικά Τρύφων Ε. Ευαγγελίδης: Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας – Ελληνικά σχολεία από της Αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου, τ. Β΄, Αθήναι 1936 σελ. 341-342.

Μεταφέρω και μια ακόμη υποσημείωση:
(16) Η σύγχρονη βουλγαρική ιστοριογραφία αντιμετωπίζει όσους "Μακεδόνες Σλάβους" έθεσαν το ζήτημα της χωριστής (από την βουλγαρική και σερβική) "σλαβικής μακεδονικής" εθνότητας, ως "όργανα του Μακεδονισμού της σερβικής εθνικής προπαγάνδας". Υποστηρίζει μάλιστα ότι η σερβική προπαγάνδα υιοθέτησε ως τακτική κατά την περίοδο 1870-1890 τον Μακεδονισμό για να καλλιεργήσει στους Βουλγάρους της Μακεδονίας την διάθεση απόσχισης από τον βουλγαρικό εθνικό κορμό και κυρίως να τους απομακρύνει από την βουλγαρική γλώσσα, εκκλησία και εκπαίδευση [Υπενθυμίζουμε ότι στις 28 Φεβρουαρίου 1870 ο Σουλτάνος αναγνώρισε με επίσημο φιρμάνι (τουρκ. ferman = Αυτοκρατορικό Διάταγμα) ως ανεξάρτητη την βουλγαρική Εξαρχία από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο αντιδρώντας, κήρυξε το 1872 την αυτοκέφαλη πλέον βουλγαρική εκκλησία ως σχισματική). Οι Βούλγαροι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Μακεδονισμός υπήρξε δημιούργημα σερβικών επιστημονικών κύκλων και ιδίως του Σέρβου πολιτικού, αλλά και διακεκριμένου λογίου, με ιστορικά και φιλολογικά ενδιαφέροντα, του Στόγιαν Νοβάκοβιτς (Stojan Novaković, 1842-1915), ο οποίος διετέλεσε δύο φορές Πρωθυπουργός του Βασιλείου της Σερβίας. Επισημαίνουν ακόμα ότι η επινόηση της ιδέας του "μακεδονικού έθνους" και η καλλιέργειά της στον σλαβικό πληθυσμό της Μακεδονίας είχε ως σκοπό να εξυπηρετήσει τα σχέδια της "μεγαλοσερβικής" πολιτικής για διείσδυση στον νότο και έξοδο στο Αιγαίο, αφού θα οδηγούσε στην απομάκρυνση της βουλγαρικής επιρροής από τους Σλάβους της Μακεδονίας και στην απόσχισή τους από τον βουλγαρικό εθνικό κορμό.

Κλείνοντας, οφείλω να υπενθυμίσω για μια ακόμα φορά ότι το γλωσσικό ιδίωμα που μιλάμε εμείς οι ντόπιοι Μακεδόνες Έλληνες δεν έχει σχέση με την κατασκευασμένη (το 1944-45) γλώσσα των Σκοπίων. Όπως έγραφα στο ίδιο βιβλίο:
«...Σήμερα, το ιλαροτραγικό στοιχείο της υπόθεσης, αλλά εξ ίσου επικίνδυνο (λόγω της ανάμειξης του ξένου παράγοντα), συνιστούν οι αιτιάσεις κάποιων φερεφώνων των Σκοπίων, οι οποίοι θρασύτατα απαιτούν να ανοίξουν σχολεία για να διδάσκεται η «μακεδονική» γλώσσα στα παιδιά κάποιας δήθεν «μακεδονικής εθνότητας», που αποτελεί μια καταπιεζόμενη μειονότητα στην Ελλάδα! Το ανησυχητικό στην περίπτωση αυτήν είναι ότι οι πολιτικοί των Αθηνών, ανοίγουν αλληλογραφία για το θέμα αυτό με τον ελληνικής καταγωγής Σκοπιανό πρωθυπουργό Γκρουέφσκι, αντί να απαιτήσουν «εδώ και τώρα» την διεξαγωγή διεθνούς έρευνας για την τύχη των Ελλήνων της περιοχής του σημερινού κράτους των Σκοπίων.
Προσωπικά, είμαι περίεργος να διαπιστώσω ποια ακριβώς γλώσσα προτείνουν, οι υποστηρικτές και θιασώτες αυτής της πρότασης, να διδάσκεται στα «μειονοτικά» σχολεία, διότι όσον αφορά το γλωσσικό ιδίωμα που ομιλείται σε ορισμένες περιοχές παραμεθορίων Νομών της Μακεδονίας, αυτό είναι αδύνατον να διδαχθεί για τεχνικούς λόγους, αλλά και  ουδείς φαντάζομαι διανοείται να στείλει τα παιδιά του σε ένα τέτοιο σχολείο, για πολλούς και προφανείς λόγους και το όλο θέμα μάλλον αποτελεί ένα κακόγουστο αστείο. Εάν όμως οι Σκοπιανοί εννοούν την διδασκαλία της κατασκευασμένης γλώσσας τους, τότε το θράσος τους ξεπερνάει κάθε όριο. Αναρωτιέμαι, πόσοι άραγε, ακόμα και από τους φανατικότερους σκοπιανολάγνους, θα έστελναν τα παιδιά τους να μάθουν τα πρακτικώς άχρηστα Σκοπιανά (την δήθεν «μακεδονική» γλώσσα), αντί μιας οποιασδήποτε χρήσιμης δυτικοευρωπαϊκής γλώσσας ή ακόμα και της Ρωσσικής, της Βουλγαρικής, της Σερβικής ή της Τουρκικής;
Ας σταματήσει λοιπόν αυτή η «εκ του πονηρού» συζήτηση περί «μακεδονικής» μειονότητας, που το «κακό» ελληνικό κράτος την καταπιέζει και δεν επιτρέπει στα μέλη της να μιλούν την «γλώσσα» τους. Το γλωσσικό ιδίωμα (και όχι γλώσσα) που ομιλείται σε ελάχιστες πλέον περιοχές της Μακεδονίας, αποτελεί για μας τους ντόπιους μια πολιτιστική κληρονομιά και για κάποιους άλλους Έλληνες ένα αξιοπερίεργο φαινόμενο.
Δυστυχώς, από την στιγμή που το ιδίωμα αυτό ξεπεράστηκε ιστορικά και έχασε την χρησιμότητά του, θα ακολουθήσει την τύχη όλων των αντίστοιχων βοηθητικών γλωσσών. Σε κάποια απομονωμένα χωριά ίσως εξακολουθήσει να μιλιέται για μια ή και δυο γενιές ακόμα, αλλά η κατάσταση δεν είναι αναστρέψιμη. Προσωπικά, λυπάμαι που θα χαθεί ένα πολιτιστικό στοιχείο της περιοχής, όπως λυπάμαι που γκρεμίστηκαν ένα σωρό θαυμάσια οικήματα και στην θέση τους υψώθηκαν κακόγουστες πολυκατοικίες, αλλά προβληματίζομαι συχνά αν μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό. Είναι το τίμημα της εξέλιξης, της κακής εξέλιξης αν θέλετε, αλλά δεν νομίζω ότι υπήρχε εναλλακτική λύση. Το ίδιο συμβαίνει και με τα βλάχικα, τα αρβανίτικα, τα τσακώνικα και σε μικρότερο βαθμό με τα ποντιακά. Η ζωή όμως συνεχίζεται…».

Θα ήθελα λοιπόν να συγχαρώ την συγγραφέα για το λογοτεχνικό της εγχείρημα, που καταγράφει μεταξύ άλλων και γλωσσικά πολιτιστικά στοιχεία των εντόπιων Μακεδόνων Ελλήνων, τα οποία είναι βέβαιο ότι θα φανούν κάποτε χρήσιμα για τους ειδικούς επιστήμονες-μελετητές της περιοχής μας.

Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Έδεσσα, 26 Οκτωβρίου 2012

       

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Αφιέρωμα στην Πόλυ Πάνου



Αφιέρωμα στην μεγάλη ερμηνεύτρια 
του λαϊκού τραγουδιού Πόλυ Πάνου

Συμπληρώνεται μήνας σε λίγες μέρες που έφυγε από τον μάταιο αυτόν κόσμο (στις 27 Σεπτεμβρίου 2013) μια από τις αξιολογότερες προσωπικότητες του γνήσιου λαϊκού μας τραγουδιού, η Πόλυ Πάνου (Πολυτίμη Κολιοπάνου). Τα δύο άρθρα που ακολουθούν είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής στην σπουδαία αυτή φυσιογνωμία.
Το πρώτο ανήκει στον Κύπριο πατριώτη και αγωνιστή Βάσο Φτωχόπουλο, εκδότη του κυπριακού περιοδικού «ΕΝΩΣΙΣ», ενώ το δεύτερο είναι το αφιέρωμα που γράφτηκε την ημέρα του θανάτου της και αναρτήθηκε στον ιστότοπο  http://www.tralala.gr/poly-panou-biography/ που ασχολείται με μουσικά θέματα.

Πόλυ Πάνου
  
Τα νέα για τον θάνατο της Πόλυς Πάνου μας έφτασαν αργά για να προλάβω το τελευταίο τεύχος της εφ. ΕΝΩΣΙΣ και να έγραφα μία σελίδα γι' αυτήν την αγαπημένη μου τραγουδίστρια. Γράφω τώρα αυτό το μικρό αποχαιρετιστήριο σημείωμα.
 
Ποιός λαός γεννά τέτοιες φωνές, θεϊκές και υποχθόνιες, διονυσιακές και πέτρινες σαν σφυρίγματα αγγέλων που ψάλλουν τα βάσανα του κόσμου και μετά τις πετά στον σκουπιδοτενεκέ; Μα εμείς φυσικά, οι Έλληνες, οι Έλληνες που παρ' ότι τα μεγαλεία βρίσκονται κάτω απ' την μύτη τους, μέσα στο σπίτι τους, εντούτοις τα ψάχνουν αλλού. Σήμερα οι γρηκ πίπολ ή οι Χέλλινς, όπως αποκαλούνται, γνωρίζουν όλες τις μεγάλες ξένες φωνές της Ευρώπης και λίγοι τις δικές μας. Η Πόλυ Πάνου, μια απ' τις δικές μας, με πενήντα χρόνια προσφοράς, θα πάρει φυσικά τα εύσημα απ' τα κανάλια όμως πικραμένη θα φεύγει όπως και τόσοι άλλοι που κράτησαν αυτόν τον λαό όρθιο όλες αυτές τις δεκαετίες. Δεν είναι η Εντίθ Πιάφ ή η Μπίλλυ Χόλιντεϊ ή η Νίνα Σιμόν- όλες αναμφισβήτητα μεγάλες φωνές - που έφτυσαν αίμα κελαηδώντας για να πάνε κάτω τα δικά μας βάσανα, για να χαμογελάσει κι ο πονεμένος Έλληνας για λίγο, αλλά οι λαϊκές μας ηρωίδες και οι φωνές της δικής μας ψυχής. Μια απ' αυτές τις φωνές υπήρξε και η Πόλυ Πάνου.
 
Φεύγουν όλες οι παλιές μεγάλες φωνές χωρίς ακόμη να υπάρχει ένα μεγάλο και αξιοπρεπέστατο ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΑΪΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ. Αν είχαν οι άλλοι λαοί της Ευρώπης τόσους και τόσους σπουδαίους μουσικούς, όχι ένα αλλά δέκα μουσεία θα τους έστηναν, δεκάδες δρόμους θα μετονόμαζαν για χάρη τους και έδρες στα πανεπιστήμια θα δημιουργούσαν. Εμείς, τα πλαδαρά χοιρινά, ψηνόμαστε μέσα στο λαρδί μας. Τον μεγάλο αυτό εθνικό πλούτο τον χαραμίζουμε ή τον χαρίζουμε στους Τούρκους, όπως κάναμε με την βυζαντινή μουσική, όπως κάνουμε τώρα και με τα ρεμπέτικα.
 
Τ' αδέλφια δεν χωρίζουνε
 
Στίχοι: Κώστας Βίρβος
Μουσική: Απόστολος Καλδάρας
Πρώτη εκτέλεση: Πόλυ Πάνου
 
Είμαστ' αδέλφια, μιας μάνας γέννα,
στις φλέβες τρέχει το ίδιο αίμα.
Κι αν χώρια τώρα σαν ξένοι ζούμε,
πάλι μια μέρα θ' αγκαλιαστούμε.
 
Τ' αδέλφια δε χωρίζουνε,
η μοίρα το 'χει γράψει·
κι ανάμεσά τους όποιος μπει
φωτιά να τονε κάψει.
 
Όποιο συμφέρον κι αν μπει στη μέση,
να μας χωρίσει δεν θα μπορέσει.
Σ' αυτό τον κόσμο όλα συμβαίνουν,
τ' αδέλφια όμως αδέλφια μένουν.
 
Τ' αδέλφια δε χωρίζουνε,
η μοίρα το 'χει γράψει·
κι ανάμεσά τους όποιος μπει
φωτιά να τονε κάψει.
 
Είμαστ' αδέλφια, μιας μάνας γέννα,
στις φλέβες τρέχει το ίδιο αίμα.
Μπορεί καθένας δρόμο ν' αλλάζει,
μια μάνα όμως μας αγαλιάζει.
 
Τ' αδέλφια δε χωρίζουνε,
η μοίρα το 'χει γράψει·
κι ανάμεσά τους όποιος μπει
φωτιά να τονε κάψει.
 
Πόσοι και πόσοι Κύπριοι δεν ήπιαν μέχρι βαριάς μέθης ακούγοντας αυτό το τραγούδι όλες αυτές τις δεκαετίες; Πόσοι και πόσοι δεν έκλαψαν μαύρα δάκρυα ακούγοντας αυτήν την ερμηνεία και να φανταστείτε ότι μερικοί άσχετοι νομίζουν πως το τραγούδι γράφτηκε για τα αδέλφια και όχι για την Κύπρο και την Ελλάδα.
 
Να 'ναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει κυρία Πάνου και σε ευχαριστούμε.



Η μουσική διαδρομή μιας μεγάλης λαϊκής φωνής

27/09/2013, 15:14 | Συντάκτης: Ελένη Κεφαλληνού


Η Πολυτίμη Κολιοπάνου, η ευρέως γνωστή ως Πόλυ Πάνου, μια από τις σημαντικότερες φωνές του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού «έφυγε» σε ηλικία 73 ετών.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940, όμως μεγάλωσε στην Πάτρα. Το πραγματικό της όνομα είναι Πολυτίμη Μπίθα (κατά άλλους Πολυτίμη Κολιοπάνου) και είναι μια από τις σημαντικότερες λαϊκές τραγουδίστριες.
Με πρώτο της δάσκαλο ένα «jukebox» όταν βρισκόταν ακόμη σε νεαρή ηλικία κατάφερε να εξελιχθεί με τα χρόνια και να αποτελέσει ένα λαϊκό αστέρι της ελληνικής μουσικής δισκογραφίας, που μέχρι σήμερα ξεχωρίζει για την καθαρά λαϊκή φωνή της και τις ανεξίτηλες επιτυχίες της.
Αρχικά μαζί με τον Πάνο Γαβαλά ίδρυσε τη δισκογραφική εταιρεία «Βεντέττα» και από από το ξεκίνημά της και με το πέρασμα των χρόνων, εξελίχθηκε στην πιο καθαρή ίσως ερμηνεύτρια του κλασικού λαϊκού τραγουδιού. Δεν είναι τυχαίο που έκανε κάποιες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της, ξανατραγουδώντας κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά ζεϊμπέκικα και χασάπικα αυτού του είδους. Η ιστορία της ξεκινά όταν ήταν ακόμα μικρή το ‘σκαγε απ’ το Δημοτικό και ανέβαινε στα Ψηλά Αλώνια, σ’ ένα καφενείο που “είχε πρωτοφέρει τότε juke box”. Αυτό ήταν και “ο πρώτος δάσκαλος”. Μαθήτρια του Δημοτικού ακόμα, της άρεσε να τραγουδά το τραγούδι “¨Οταν θα πω το Αχ!” το βαρύ ζεϊμπέκικο του Σταύρου Τζουανάκου, που μόλις είχε πρωτοβγεί. Αργότερα, κρυφά από τους γονείς της, συμμετέχει σ’ ένα διαγωνισμό ταλέντων της πόλης, τραγουδά το τραγούδι “Μητέρα” του Φώτη Πολυμέρη και παίρνει το πρώτο βραβείο. Ένα χρόνο μετά, βρίσκεται στην Πάτρα για εμφανίσεις ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης -νέος κι αυτός τότε στο χώρο και προτού κάνει τις μεγάλες κατοπινές του επιτυχίες του. Η τραγουδίστρια του συγκροτήματός του, τους είχε εγκαταλείψει και ο Γρηγόρης βρέθηκε να λέει τον πόνο του σ’ έναν κουρέα, καθώς εκείνος τον περιποιούνταν. Ο κουρέας τότε του μίλησε για το “Αηδόνι”, την Πολυτίμη Κολιοπάνου, της γειτονιάς του. Έτσι ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης έψαξε να τη βρει και την άκουσε να τραγουδά τα “βαριά” του Τζουανάκου αλλά και τα ανατολίτικα και Πολυμέρη και αμέσως τότε της ζήτησε να τον ακολουθήσει. Ταξιδεψαν μαζί στη Πάτρα, στο Αγρίνιο και μετά στην Αθήνα, στα δισκογραφικά στούντιο της Columbia και η Πόλυ Πάνου ήταν πάντα με τη συνοδεία της μητέρας της, παρ’ όλη την οργή του εργολάβου πατέρα της. Ο τότε παραγωγός της Columbia, Μηλιόπουλος, θα είναι εξαιρετικά εύστοχος στην κρίση του για την Πόλυ Πάνου, όταν την πρωτακούει με πρωτοβουλία του Μπιθικώτση: “Γρηγόρη μου, μού ‘φερες μια Βέμπο του λαϊκού τραγουδιού!”. Από το ξεκίνημα της αλλά πολύ περισσότερο καθώς περνούν τα χρόνια, η νεαρή Πόλυ Πάνου θα εξελιχθεί στην πιο καθαρή ίσως νεώτερη ερμηνεύτρια του κλασικού λαϊκού τραγουδιού. Δεν είναι τυχαίο που έκανε κάποιες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της, ξανατραγουδώντας κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά ζεϊμπέκικα και χασάπικα αυτού του είδος. Το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε, το έγραψε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και είχε τίτλο «Πήρα τη στράτα την κακιά». 
Ακολούθησε το «Να πας να πεις της μάνας μου» του Γιώργου Ζαμπέτα. 
Η Πόλυ Πάνου ήταν η πρώτη που τραγούδησε τα «Παιδιά του Πειραιά», που έγινε αργότερα μεγάλη επιτυχία. Όλα τραγουδισμένα για πρώτη φορά λίγο πριν, λίγο μετά τον πόλεμο στις 78 στροφές, από τον Στράτο Παγιουμτζή, τον Πρόδρομο Τσαουσάκη, τη Μαρίκα Νίνου και τη Σωτηρία Μπέλλου. Πολύ γρήγορα θα βρεθεί να τραγουδάει καινούργια τραγούδια όλων των κορυφαίων λαϊκών συνθετών της δεκαετίας του ’50. Είναι η εποχή που το ερμηνευτικό σκηνικό στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού αλλάζει και αναδεικνύεται μια νέα γενιά. Η Πόλυ Πάνου θα αναδειχτεί παράλληλα με τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Πάνο Γαβαλά, την Καίτη Γκρέυ και τη Γιώτα Λύδια. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Μπάμπης Μπακάλης θα της γράψουν τα καινούργια τραγούδια με τα οποία θα αναδειχτεί στη δισκογραφία και στο πάλκο. Πολλά απ’ αυτά θ’ αντέξουν να τραγουδιούνται πολύ μέχρι σήμερα. Μία από τις σημαντικότερες φωνές του λαϊκού τραγουδιού λοιπόν, η Πολύ Πάνου, «σώπασε» για πάντα σε ηλικία 73 ετών, στις 27 Σεπτεμβρίου 2013, ύστερα από μάχη με τον καρκίνο, ενώ το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν σε ιδιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας. 

Δισκογραφία: 

1968: “Πάμε σε κέντρα κοσμικά” 
1971: “Σήμερον σ’ αυτόν τον δίσκο” 
1974: “Τελεία και παύλα”, “Λαϊκές αναμνήσεις” 
1976: “Ο έρωτας δεν είναι αμαρτία” 
1977: “14 χρυσές επιτυχίες”, “Και τώρα μόνη” 
1979: “Επικίνδυνη αγάπη” 
1982: “Αξέχαστες επιτυχίες” 
1985: “ Τι να μας κάνει μια ζωή” 
1987: “Δυο δυο” 
1990: “Παράνομη αγάπη” 
1992: “Επιτυχίες 1957-1967” 
1994: “Δισκογραφία Τσιτσάνη Νο8 Cd 1” 
1996: “Μέσα από τις 45” 
1997: “Μεγάλες επιτυχίες” 
2000: “Αυτά που ήθελα να πω” 
2007: “Από τις 78 στροφές 2 cd” 
2009: “Τα πορτραίτα της MINOS- EMI No2” 
2011: “Οι αυθεντικές φωνές του λαϊκού τραγουδιού Cd10”, “32 μεγάλες επιτυχίες Cd1” 


Πηγές: 
www.mygreek.fm 
www.newsbeast.gr 
www.facebook.com 



Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Όταν οι αμαθείς και οι ημιμαθείς ασχολούνται με την ποίηση...


Ο «ακρωτηριασμένος» Καβάφης 
στα τρόλεϊ των ελεγκτών της σκέψης

Το no1 θέμα στα social media έχει γίνει η αποσπασματική παράθεση στίχων του Καβάφη στα τρόλεϊ της πρωτεύουσας με αφορμή το «έτος Καβάφη».

Διαβάστε το άρθρο της 
Ναταλί Χατζηαντωνίου:

Βαθύς, μεταφυσικός, παγκόσμιος, φιλοσοφικός, ερωτικός, πολιτικός, είναι μερικοί μόνον από τους χαρακτηρισμούς που έχουν αποδοθεί στον Καβάφη. Όλοι τον αφορούν. Γι' αυτό είναι τόσο δύσκολη ακόμη και η μελοποίησή του: παρ' ότι η μουσική είναι ίσως το καταλληλότερο «εργαλείο» για την προσέγγιση ενός ποιήματος, το εγχείρημα γίνεται επικίνδυνο όταν αφορά ένα έργο τόσο πολυσήμαντο και πολυ-συναισθηματικό όσο το καβαφικό.

Ακόμη πιο επικίνδυνο είναι φοβάμαι, να επιχειρεί να απομονώσει κάποιος έναν καβαφικό στίχο, καταλήγοντας σε καταστροφικά ή και… «διαστροφικά» αποτελέσματα. Πάρτε για παράδειγμα τα καβαφικά ποιητικά θραύσματα που κατά πρωτοβουλία του Αρχείου Καβάφη του Ιδρύματος Ωνάση βρέθηκαν να ταξιδεύουν στην Αθήνα σε αφίσες τοποθετημένες σε μέσα μαζικής μεταφοράς, ώστε με τη διαμεσολάβηση της κάπως ποπ εικαστικής άποψης να κάνουν τους «στίχους οικείους και προσιτούς». Το αποτέλεσμα κάνει αντίθετα κάποιους, απομονωμένους από το σύμπαν τους, στίχους, πολιτικά ορθούς. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι ό,τι επιλέγεται από το αριστουργηματικό ποίημα «Εν μεγάλη Ελληνική αποικία 200 π.Χ.»: «Και τέλος πάντων να τραβούμε εμπρός» συμβουλεύει η αφίσα στα οπίσθια ενός λεωφορείου. Κι όμως, αν διαβάσει κάποιος ολόκληρο το ποίημα θα αντιληφθεί ότι εδώ ο Καβάφης δεν υψώνει το δάχτυλο, αλλά σαρκάζει.

Αν αυτή η περίπτωση είναι, όμως, απλώς ατυχής, η απομόνωση από το ίδιο ποίημα ενός άλλου στίχου, «είναι επικίνδυνον πράγμα η βία», διαστρέφει και παραβιάζει πλήρως το καβαφικό νόημα. Η «βία» εν προκειμένω είναι η βιασύνη: «(…) Να μη βιαζόμεθα· είν” επικίνδυνον πράγμα η βία. Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια», γράφει ο Καβάφης.

Κι ενώ απομονωμένος ο στίχος γίνεται ένα «μοδάτο» ιδεολογικό σύνθημα, ο Καβάφης σ' αυτό το ποίημα άλλο στηλιτεύει και ειρωνεύεται πικρά. Δεν χρειάζεται να παραθέσουμε παρά το ίδιο το ποίημα:

«Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ” ευχήν στην αποικία
δεν μέν' η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ' όλο πού οπωσούν τραβούμ' εμπρός, 
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ' η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Αναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ 
δεν τους χρειάζονταν κανείς). Για κάθε τι, 
για το παραμικρό ρωτούνε κ' εξετάζουν, 
κ' ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν' επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Αποικίες (…)».

Συμπέρασμα; Το θραύσμα που έχει επιλεγεί από το ανατριχιαστικά επίκαιρο ποίημα διαστρέφει την ίδια την ποιητική πρόθεση κι ακόμη χειρότερα ανάγει τον Καβάφη σε πολιτικό αναμορφωτή. Αλλά είναι τόσο σπουδαίος ο Καβάφης που ακόμη και τέτοια εγχειρήματα τα προβλέπει όταν π.χ. γράφει: 
«Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική».

Πηγή: Ελευθεροτυπία

Πηγή: http://www.logiosermis.net/2013/10/blog-post_6806.html#ixzz2i1Nlj0bh